- Έκπληξη -
Την ώρα που στεκόμουν μπροστά στον *Τ* για την εξέταση, προσπαθούσα να μη σκέφτομαι τίποτα από ό,τι θα μπορούσε να είναι...
Είχα μεγάλη πίστη ότι η Φωνή στο όνειρό μου και το δικό του "Σε περίμενα", με είχαν φέρει σε ένα ιδιότυπα ασφαλή τόπο....
Έστρεψα το βλέμμα, να κοιτάξω έξω από την μπαλκονόπορτα... Σαν να άκουγαν τα αυτιά μου ήχους που δεν είχα ξανακούσει... Σαν ξαφνικά να μαζεύονται γύρω από το σπίτι του, μαύρα αρπακτικά πουλιά... Αυτή ήταν η εικόνα που "είχα"... Χωρίς να της δώσω και ιδιαίτερη σημασία την ώρα εκείνη...
Όταν πια ένιωσα την ανάγκη να βγω τρέχοντας από το σπίτι του για να πάρω αέρα, μία έκπληξη με περίμενε, από έξω ακριβώς...
Η πνευματική μου όραση, "έβλεπε" πραγματικά να πετούν μαύρα αρπακτικά πουλιά... Το στενό δρομάκι, είχε γεμίσει από τις κραυγές τους... Που όμως, μόνο εγώ άκουγα...
Ασθμαίνοντας - και όλα αυτά, πολύ γρήγορα - κοίταξα στο τέλος του δρόμου... Το αυτοκίνητό μου, το είχε σηκώσει γερανός για να το πάρει.... Γύρω τριγύρω, υπήρχαν άνθρωποι που έβριζαν και φώναζαν για τον "ασυνείδητο οδηγό" που άφησε το αυτοκίνητό του τόση ώρα, μπροστά στην στάση του λεωφορείου... Η αλήθεια είναι, πως δεν είχα προσέξει τη σήμανση, που ήταν κρυμμένη καλά πίσω από ένα δέντρο...
Όταν κατάλαβαν πως εγώ ήμουν ο "δράστης", άρχισαν όλοι μαζί να με βρίζουν και να απειλούν... Κρατώντας σφιχτά στο χέρι μου αυτό το κοινό μπουκάλι από βότκα, και με μεγάλη προσοχή να μη μου το σπάσουν, άρχισα να ζητάω "συγνώμη" και τη συμβολή τους στην καλύτερη διευθέτηση της κατάστασης... Έφτασε αστυνομία, περιπολικά, τροχαία και ό,τι άλλο θα μπορούσε να γεμίσει ασφυκτικά ένα μικρό δρομάκι... Η έντασή μου ήταν τέτοια, όπως και η δυσκολία μου να διαχειριστώ την ώρα εκείνη τις τόσες φωνές από αγνώστους, που τα γόνατά μου λύγισαν...
"Σας παρακαλώ", είπα, "λίγο νερό"... Έμεινα με τη δίψα, ενώ οι φωνές και οι απειλές συνεχίζονταν...
Πήραν τα στοιχεία μου, πήραν το αυτοκίνητο, μου ζήτησαν και χρήματα προκαταβολικά....
Κάθισα στο πεζοδρόμιο, κρατώντας το κεφάλι μου να μη σπάσει... Κλαίγοντας και σε απορία για το από πού θα μπορούσα να ζητήσω βοήθεια...
Έβαλα τους αγκώνες μου πάνω στα γόνατά μου, τις παλάμες σφιχτά επάνω στα κλεισμένα μου μάτια, να μη βλέπω...
Όταν ξαφνικά, "άκουσα" τη Φωνή να μου λέει "Σήκωσε το κεφάλι σου"...
Σήκωσα το κεφάλι με απορία, ξανά... Ένα ταξί, είχε σταματήσει ακριβώς μπροστά μου... Αυτοματικά, άνοιξα την πόρτα και μπήκα μέσα...
"Πού πάμε?", με ρώτησε ο οδηγός χαμογελώντας...
Άρχισα να ψελλίζω λέξεις, που ούτε κι εγώ θα μπορούσα να καταλάβω... Δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη από το κλάμα, την κούραση και την απορία...
Ο οδηγός, πιάνει με το δεξί του χέρι την καρέκλα του συνοδηγού και στρέφει προς τα πίσω να με κοιτάξει, έτσι που έτρεμα στο πίσω κάθισμα... Τότε τον είδα πραγματικά για πρώτη φορά... Ήταν μελαχροινός, φωτεινός και ήταν ντυμένος στα λευκά...
Με κοίταξε με χαμόγελο - βαθιά μέσα στα μάτια - και προς μεγάλη μου έκπληξη, αποκαλώντας με με το όνομά μου, είπε...
"Μαρία, δεν χρειάζεται να θρηνείς πια.... Χαμογέλα...."...
Και γύρισε στο τιμόνι του, για να συνεχίσει τη δουλειά του...
"Με ξέρεις???"... , τον ρώτησα... "Πώς γίνεται???"...
Δεν απάντησε...
Με άφησε ακριβώς μπροστά στην πόρτα του σπιτιού μου, ακολουθώντας με με το βλέμμα του, για να είναι σίγουρος πως θα μπω μέσα...
Πριν κλείσω την πόρτα πίσω μου και κρατώντας σφιχτά το μπουκάλι με το φάρμακό μου, γύρισα να τον δω, για άλλη μία φορά....
Με κοιτούσε ακόμη...
Χαμογελώντας...
Το μυαλό μου, είχε σταματήσει...
(Οκτώβρης 2013)